Κληρονομικά δικαιώματα
Πώς διατίθενται τα υπάρχοντα ενός θανόντος στους κληρονόμους – Τι συμβαίνει εάν δεν υπάρχουν ή δεν υφίσταται διαθήκη – Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε
Ένα από τα θέματα, που κατά καιρούς απασχολούν τους συμπολίτες μας είναι η κληρονομική διαδοχή, η κληρονομιά στην Ελλάδα.
Εξ αδιαθέτου κληρονομιά (χωρίς διαθήκη)
Σύμφωνα με τα άρθρα 1710 επόμενα του Αστικού Κώδικα της Ελλάδος, κατά το θάνατο του προσώπου η περιουσία του ως σύνολο περιέρχεται στους κληρονόμους είτε με την διαθήκη ή όταν δεν υπάρχει διαθήκη – εκ του νόμου (εξ αδιαθέτου).
Στην περίπτωση της κληρονομίας εξ αδιαθέτου, δηλαδή όταν ο θανών δεν άφησε διαθήκη, οι δικαιούχοι της κληρονομίας (κληρονόμοι) καλούνται κατά τάξεις. Στην πρώτη τάξη καλούνται οι κατιόντες του θανούντος, δηλαδή τα παιδιά, οι εγγονοί κλπ. Εφόσον δεν υπάρχουν κληρονόμοι πρώτης τάξης (δηλ. παιδιά και εγγόνια του θανόντος), τότε καλούνται οι κληρονόμοι της δεύτερης τάξης.
Στη δεύτερη τάξη εντάσσονται οι γονείς του κληρονομουμένου (του θανόντος), οι αδελφοί, καθώς και τέκνα και εγγονοί αδελφών, στην περίπτωση, που αυτοί απεβίωσαν νωρίτερα από τον κληρονομούμενο. Οι γονείς και οι αδελφοί κληρονομούν κατ’ ισομοιρία.
Στην τρίτη τάξη καλούνται οι παππούδες και οι γιαγιάδες του κληρονομουμένου (θανόντος). Αν κατά την επαγωγή της κληρονομιάς ζουν οι παππούδες και οι γιαγιάδες και των δύο γραμμών, κληρονομούν μόνο αυτοί κατ’ ισομοιρία. Αν κατά την επαγωγή δεν ζει ο παππούς ή η γιαγιά απ’ την πατρική ή τη μητρική γραμμή, στη θέση εκείνου που έχει πεθάνει υπεισέρχονται τα τέκνα και οι εγγονοί του.
Στην τέταρτη τάξη καλούνται οι προπαππούδες και οι προγιαγιάδες του κληρονομουμένου.
Ο/η σύζυγος του θανόντα που επιζεί καλείται, ως κληρονόμος εξ αδιαθέτου, σε κάθε περίπτωση μαζί με τους υπολοίπους κληρονόμους, με εξής ποσοστά:
– με τους συγγενείς της πρώτης τάξης στο τέταρτο και
– με τους συγγενείς των άλλων τάξεων στο μισό της κληρονομίας.
Δηλαδή ο επιζών σύζυγος στην πρώτη τάξη κληρονομεί το ¼ της περιουσίας και τα ¾ τα κληρονομούν τα παιδιά του θανόντος. Αν δεν υπάρχουν συγγενείς της πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης τάξης, ο/η σύζυγός που επιζεί κληρονομεί ολόκληρη την περιουσία ως πέμπτη τάξη. Επιπλέον παίρνει ως εξαίρετο, ανεξάρτητα από την τάξη με την οποία καλείται, τα έπιπλα, σκεύη, ενδύματα και άλλα τέτοια οικιακά αντικείμενα που τα χρησιμοποιούσαν είτε μόνος εκείνος που επιζεί είτε και οι δυο σύζυγοι.
Αν όμως υπάρχουν τέκνα του συζύγου που πέθανε, λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες και αυτών, εφ’ όσον το επιβάλλουν οι ειδικές περιστάσεις για λόγους επιείκειας (άρθρο 1820 ΑΚ).
Αν δεν υπάρχουν συγγενείς της πρώτης, της δεύτερης, της τρίτης και της τέταρτης τάξης, ο σύζυγος που επιζεί καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος σε ολόκληρη την κληρονομία (άρθρο 1821 ΑΚ).
Αν δεν υπάρχει ούτε συγγενείς ούτε σύζυγος του κληρονομουμένου, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος καλείται το Δημόσιο. (άρθρο 1824 ΑΚ)
”Στην περίπτωση που υπάρχει διαθήκη, οι κληρονόμοι είναι τα πρόσωπα που ορίζονται στην διαθήκη. Ο θανών μπορεί να αποκληρώσει κάποιον από τους νόμιμους κληρονόμους του:
Είτε σιωπηρά, κατά τρόπο έμμεσο, δηλαδή με την εγκατάσταση άλλων κληρονόμων, έτσι ώστε να μην εγκαθιστά κληρονόμο το πρόσωπο που θα καλούταν στην εξ αδιαθέτου διαδοχή.
– Επιβουλεύθηκε τη ζωή του θανόντος-διαθέτη, του συζύγου ή άλλου κατιόντος του διαθέτη,
– Προκάλεσε με πρόθεση σωματικές κακώσεις στο διαθέτη ή στο σύζυγό του, από τον οποίο κατάγεται ο κατιών,
Είτε ρητά με διάταξη που να δηλώνει απερίφραστα μέσα στη διαθήκη ότι αποκλείει ορισμένο συγγενή ή τον σύζυγό του είτε από ολόκληρη είτε από μέρος της εξ αδιαθέτου μερίδας κληρονομιάς του.
– Εγινε ένοχος κακουργήματος ή σοβαρού πλημμελήματος με πρόθεση, κατά του διαθέτη ή του/της συζύγου της/του,
– Αθέτησε κακόβουλα την υποχρέωση που είχε από το νόμο να διατρέφει το διαθέτη,
Για να είναι νόμιμη η αποκλήρωση αυτή όμως, θα πρέπει να γίνει για έναν από τους λόγους, που απαριθμούνται περιοριστικά στο άρθρο 1840 του Αστικού Κώδικα, και ειδικότερα εάν ο κληρονόμος:
Ζει βίο άτιμο ή ανήθικο, παρά τη θέληση του διαθέτη (η αποκλήρωση για το λόγο αυτό είναι άκυρη, αν ο κατιών κατά το θάνατο του διαθέτη είχε οριστικά εγκαταλείψει τον άτιμο ή ανήθικο βίο).
Ο λόγος της αποκλήρωσης πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει κατά το χρόνο που συντάσσεται η διαθήκη και να αναφέρεται σε αυτήν.
Όμως αν η διαθήκη αποκλείει ή περιορίζει το νόμιμο δικαίωμα στην κληρονομιά του επιζόντα συζύγου και των παιδιών, χωρίς να υπάρχει ένας από τους παραπάνω αναφερόμενους λόγους ή χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις της έγκυρης αποκλήρωσης, τότε ο περιορισμός ή αποκλεισμός αυτός θεωρείται σαν να μην έχει γραφθεί.
Η αναγνώριση της ακυρότητας την σχετικής διάταξης της διαθήκης και η απόδοση της ανάλογης κληρονομικής περιουσίας, που αντιστοιχεί στο ποσοστό της νόμιμης μοίρας του κληρονόμου που αποκληρώθηκε, μπορεί να επιδιωχθεί δικαστικά. Η νόμιμη μοίρα, αντιστοιχεί στο μισό της εξ αδιαθέτου (εκ του νόμου) μερίδας του δικαιούχου, δηλαδή είναι το μισό από όσο θα έπαιρνε ο κληρονόμος αν ο θανόν δεν είχε αφήσει διαθήκη.
Ο υπολογισμός της νόμιμης μοίρας γίνεται με βάση την κατάσταση και την αξία της κληρονομίας κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, αφού αφαιρεθούν τα χρέη και οι δαπάνες της κηδείας του και της απογραφής της κληρονομίας. Στην αξία της κληρονομία προστίθενται οτιδήποτε ο θανών παραχώρησε, όσο ζούσε, χωρίς αντάλλαγμα σε κληρονόμο είτε με δωρεά είτε με άλλο τρόπο και επίσης οποιαδήποτε δωρεά που ο κληρονομούμενος έκανε στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατό του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Σε περίπτωση αμφισβητήσεων, οι κληρονόμοι μπορούν να ασκήσουν την αγωγή περί κλήρου .
Αποποίηση κληρονομιάς
Οι κληρονόμοι του θανόντος αποκτούν την κληρονομιά αυτοδικαίως, ανεξάρτητα από το εάν γνώριζαν ή όχι την ύπαρξη της κληρονομιάς, της διαθήκης ή ακόμα και τον ίδιο τον θάνατο του κληρονομούμενου. Η κτήση της κληρονομιάς αυτής είναι προσωρινή, όσο οι κληρονόμοι έχουν το δικαίωμα να την αποποιηθούν, δηλαδή να δηλώσουν ότι αρνούνται την κληρονομιά, και γίνεται οριστική μόνο μετά την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης. Η προθεσμία, που τίθεται από το νόμο για αποποίηση της κληρονομιάς, είναι τέσσερεις μήνες από τότε που ο κληρονόμος έμαθε για την κληρονομιά. Στην περίπτωση που υπάρχει διαθήκη, η προθεσμία δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης. Αν ο θανών είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή αν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή της κληρονομιάς όταν διέμενε στο εξωτερικό, η προθεσμία αποποίησης είναι ενός έτους.
Η αποποίηση γίνεται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας και μπορεί να γίνει και από αντιπρόσωπο με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο. Η αποποίηση είναι άκυρη, αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή και κατά συνέπεια ο κληρονόμος βαρύνεται και με την προσωπική του περιουσία για τα χρέη της κληρονομιάς και καμία δυνατότητα δεν έχει πλέον να περιορίσει την ευθύνη του μέχρι το ενεργητικό της (δηλαδή την συνολική αξία της κληρονομιάς).
Αποδοχή της κληρονομιάς
Αποδοχή της κληρονομιάς είναι η δήλωση βούλησης του προσωρινώς κληρονόμου ότι επιθυμεί να γίνει οριστικός κληρονόμος του θανόντα. Η αποδοχή μπορεί να είναι ρητή, με δημόσιο έγγραφό αποδοχής, ή σιωπηρή, που συνάγεται από τις πράξεις ή τις παραλείψεις του κληρονόμου. Όμως σε περίπτωση που κληρονομούνται τα ακίνητα, η αποδοχή πρέπει υποχρεωτικά να γίνει με δημόσιο/συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί στο οικείο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολόγιο. Αφού γίνει η μεταγραφή, θεωρείται ότι περιήλθε η κυριότητα στον κληρονόμο από το θάνατο του κληρονομουμένου. Νομικά δεν τίθεται προθεσμία για την αποδοχή της κληρονομιάς με συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή του στο οικείο υποθηκοφυλακείο, η οποία μπορεί να γίνει οποτεδήποτε. Όμως για την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κληρονομιάς στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. τίθεται προθεσμία έξι μήνες ή ένα έτος για τους κατοίκους εξωτερικού, η οποία προθεσμία αρχίζει: α) όταν υπάρχει διαθήκη, από τότε που αυτή δημοσιεύθηκε στα βιβλία του αρμόδιου Πρωτοδικείου και β) όταν δεν υπάρχει διαθήκη, από τότε που επήλθε ο θάνατος του κληρονομούμενου και αποκτήθηκε η ιδιότητα του προσωρινού κληρονόμου. Εάν παρέλθει η εν λόγω εξάμηνη προθεσμία άπρακτη, δεν υπάρχει κίνδυνος απώλειας του δικαιώματος στα πράγματα της κληρονομιάς, όμως επιβάλλεται ένα πρόστιμο από τη εφορία, το οποίο καταβάλλεται όταν και αν γίνει η υποβολή δήλωσης κληρονομιάς στη ΔΟΥ για σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομιάς.
Αποδοχή κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής
Ο κληρονόμος έχει το δικαίωμα, ενός τεσσάρων μηνών από τότε που έλαβε γνώση ότι κατέστη κληρονόμος και την αιτία της κληρονομιάς, να προβεί σε αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής, περιορίζοντας την ευθύνη του για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς μέχρι το ενεργητικό της, δηλαδή μέχρι τη συνολική αξία της κληρονομίας. Στην περίπτωση αυτή οι δανειστές του κληρονομούμενου – θανόντος δεν έχουν το δικαίωμα να επιδιώξουν την ικανοποίηση της απαίτησης, που είχαν κατά του κληρονομούμενου, στρεφόμενοι κατά της ατομικής περιουσίας του κληρονόμου, ο οποίος αποδέχθηκε με το ευεργέτημα της απογραφής. Η κληρονομιά, αν και περιέρχεται στην κυριότητα του κληρονόμου, είναι εντούτοις χωρισμένη από την ατομική του περιουσία και προσφέρεται για την ικανοποίηση των δανειστών για τις απαιτήσεις τους κατά του κληρονομούμενου – θανόντος.
Οι νομικές και οι φορολογικές ενέργειες που πρέπει να γίνουν από τον/τους κληρονόμους
Οι κληρονόμοι του θανόντος θα πρέπει να προβούν σε κάποιες ενέργειες για να ολοκληρώσουν τις υποχρεώσεις που έχουν προκύψει από τον θάνατο αλλά και για να αποκτήσουν ή να αποποιηθούν τα περιουσιακά στοιχεία που άφησε με τον θάνατό του ο κληρονομούμενος.
1) Πρώτον, θα πρέπει να δηλωθεί ο θάνατος στο αρμόδιο ληξιαρχείο και στα δημοτολόγια του δήμου, στο οποίο ήταν γραμμένος ο θανών. Αν ο θάνατος συνέβη στο εξωτερικό, αρμόδιο ληξιαρχείο είναι το Ειδικό Ληξιαρχείο Αθηνών.
2) Δεύτερον, θα πρέπει να μεριμνήσουν να λάβουν το πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών από το Δήμο, στα δημοτολόγια του οποίου ήταν γραμμένος ο θανών.
3) Σε περίπτωση που οι κληρονόμοι δεν επιθυμούν να κληρονομήσουν , στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας του θανόντος, η σε Ειρηνοδικείο Αθηνών για κατοίκους εξωτερικού, θα πρέπει να γίνει αποποίηση κληρονομιάς. Η δήλωση πρέπει να υποβληθεί μέσα στους 4 μήνες από την ημερομηνία του θανάτου.
4) Εάν υπάρχει η διαθήκη θα πρέπει να δημοσιευθεί στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας του θανόντος, η σε Ειρηνοδικείο Αθηνών για κατοίκους εξωτερικού.
5) Θα πρέπει να δηλωθεί ο θάνατος στην αρμόδια εφορία, όπου άνηκε ο θανών. Παράλληλα, θα πρέπει να δηλωθούν ως κληρονόμοι του ο/η επιζών σύζυγος, τέκνα ή άλλοι τυχόν κληρονόμοι.
6) Στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας του θανόντος, η σε Ειρηνοδικείο Αθηνών για κατοίκους εξωτερικού, θα πρέπει να ζητηθούν τα πιστοποιητικά μη δημοσίευσης διαθήκης, μη αποποίησης κληρονομιάς και μη αμφισβήτησης του κληρονομικού δικαιώματος.
7) Από την αρμόδια εφορία οι κληρονόμοι θα χρειαστούν το Πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα του κληρονομούμενου για τα τελευταία πέντε έτη. Με αυτό πιστοποιείται ότι ο κληρονομούμενος είχε υποβάλλει το Ε9 του και έχει πληρώσει τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. του την τελευταία πενταετία προ του θανάτου του.
Αν ο κληρονομούμενος είχε κάποια εμπορική επιχείρηση, αλλά οι κληρονόμοι του δεν επιθυμούν να συνεχίσουν την επιχείρησή του, τότε θα πρέπει να υποβληθεί η δήλωση διακοπής της εμπορικής δραστηριότητας από έναν τουλάχιστον κληρονόμο εντός 30 ημερών από την λήξη της ημερομηνίας αποποίησης της κληρονομιάς. Η δήλωση διακοπής σε αυτήν την περίπτωση θα υποβληθεί χειρόγραφα στην Δ.Ο.Υ. στην οποία υπαγόταν η έδρα της ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητος του κληρονομούμενου.
8) Στην αρμόδια εφορία υποβάλλεται Δήλωση φόρου κληρονομιάς για την πληρωμή του φόρου που προκύπτει από την περιουσία που κληρονομείται. Εάν υπάρχει η διαθήκη, θα πρέπει πρώτα να δημοσιευθεί η διαθήκη. Αν η δήλωση κληρονομιάς υποβληθεί εκπρόθεσμα, δηλαδή μετά την παρέλευση του εξαμήνου από του θάνατο του κληρονομουμένου, από την εφορία θα επιβληθεί ένα πρόστιμο. Αν ο κληρονόμος αποποιηθεί την κληρονομιά μέσα στην νόμιμη προθεσμία 4 μηνών, δεν υπάρχει κληρονομιά και δεν υποβάλλεται δήλωση κληρονομιάς.
9) Κατόπιν καταρτίζεται στον συμβολαιογράφο η πράξη Αποδοχής Κληρονομιάς. Εάν υπάρχει η διαθήκη, θα πρέπει πρώτα να δημοσιευθεί η διαθήκη για να προχωρήσει ο συμβολαιογράφος στην σύνταξη δήλωσης για την πληρωμή του φόρου κληρονομιάς στην Δ.Ο.Υ, αλλά και για την σύνταξη του συμβολαίου της αποδοχής της κληρονομιάς
10) Η συμβολαιογραφική πράξη Αποδοχής Κληρονομιάς μεταγράφεται στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή στο Κτηματολόγιο
11) Μετά την μεταγραφή της αποδοχής, οι κληρονόμοι θα πρέπει να υποβάλουν την φορολογική δήλωση Ε9 για τα ακίνητα που κληρονόμησαν.
12) Στις οριζόμενες από το νόμο προθεσμίες θα πρέπει να γίνει Δήλωση φορολογίας εισοδήματος του θανόντος. Οι δηλώσεις των αποβιωσάντων υποβάλλονται αποκλειστικά σε χειρόγραφη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εμπρόθεσμα έως 31 Δεκεμβρίου του επόμενου από το θάνατο έτους. Μαζί με την δήλωση αυτή θα συνυποβάλλει η ληξιαρχική πράξη θανάτου. Αν τυχόν εκκρεμεί και η υποβολή της Δήλωσης Φορολογίας εισοδήματος για το προηγούμενο του θανάτου έτος θα πρέπει οι κληρονόμοι να την υποβάλλουν και αυτή.